Στην πράξη ο σχεδιασμός του προϋπολογισμού επιδόσεων αποτελεί τρόπο διαχείρισης του κρατικού προϋπολογισμού, με κύριο γνώμονα την επίτευξη της βέλτιστης δημοσιονομικής επίδοσης.

Ο πιλοτικός σχεδιασμός του προϋπολογισμού επιδόσεων επεκτάθηκε το τρέχον έτος, ήτοι στα έξι πιλοτικά υπουργεία του 2019 προστέθηκαν το 2020 επτά ακόμη.

Πρόκειται για τα υπουργεία: Εσωτερικών, Υγείας, Δικαιοσύνης, Παιδείας, Πολιτισμού, Οικονομικών, Αγροτικής Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Εργασίας, Ανάπτυξης, Υποδομών, Προστασίας του Πολίτη και Μετανάστευσης και Ασύλου.

Πέραν της νέας ταξινόμησης των δαπανών τους, τα πιλοτικά υπουργεία καλούνται σταδιακά να ενσωματώνουν και να παρακολουθούν στο πλαίσιο του «Ετήσιου Σχεδίου των Προγραμμάτων» τους:

  • Το σύνολο των πόρων που διατίθενται ανά πρόγραμμα από ίδια έσοδα φορέων γενικής κυβέρνησης εποπτείας τους κατά το μέρος που αυτοί δραστηριοποιούνται για τους σκοπούς του προγράμματος,
  • Το σύνολο των ανθρώπινων πόρων που διατίθενται σε κάθε πρόγραμμα, τόσο από το ίδιο το υπουργείο, όσο και από εποπτευόμενους φορείς.
  • Περιγραφή της στρατηγικής και της στοχοθεσίας του προγράμματος, καθώς και δείκτες για την παρακολούθηση της επίτευξης κύριων στόχων αυτού.
Ένα επίκαιρο παράδειγμα στοχευμένης εφαρμογής του προϋπολογισμού επιδόσεων, είναι η διακριτή παρακολούθηση των δημόσιων δαπανών και εσόδων για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του κορονοϊού από τον τακτικό προϋπολογισμό και τον προϋπολογισμό των δημοσίων επενδύσεων.
Ουσιαστικά, με την καταγραφή και την ποσοτικοποίηση των δαπανών για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του κορονοϊού καθίσταται δυνατή η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της στοχευμένης δημόσιας οικονομικής πολιτικής.

 

 

Με την εφαρμογή του προϋπολογισμού επιδόσεων και την τομεακή καταγραφή των δαπανών για την αντιμετώπιση του κορονοϊού είναι δυνατή η εξαίρεση αυτών των δαπανών από το δημοσιονομικό έλλειμμα, αλλά και η επιπλέον αύξηση της ενωσιακής χρηματοδότησης.


Τέλος, με αυτό τον τρόπο η κεντρική διοίκηση μπορεί να παρακολουθήσει την ικανότητα απορρόφησης των επιχορηγήσεων, την ταχύτητα διοχέτευσης της ρευστότητας στην αγορά και την αποτελεσματικότητα των φορέων της γενικής κυβέρνησης, έτσι ώστε να κατανείμει τους πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο.