Μεταχειρισμένα ρούχα: Γιατί οι Έλληνες αγοράζουν από… δεύτερο χέρι
Pre-loved, pre-owned, thrift, second hand… Όπως και να τα αποκαλούν εντός κι εκτός ελληνικής αγοράς, τα μεταχειρισμένα ρούχα που διατίθενται εκ νέου προς πώληση αποτελούν ένα πεδίον δόξης λαμπρό για αλυσίδες, όπως Zara και H&M, πλατφόρμες όπως η Shein, αλλά και εξειδικευμένα apps όπως το εδραιωμένο Depop και η νεοεισερχόμενη Vinted, που απευθύνονται στη μεγάλη καταναλωτική βάση.
Δεν πρόκειται όμως μια νέα τάση, αλλά επανήλθε στο προσκήνιο αναγεννημένη ως μέσο βιωσιμότητας της μόδας και έκφραση κυκλικής οικονομίας, στο πλαίσιο της περιβαλλοντικής ηθικής και των ESG πολιτικών των εταιρειών που εμφανίζονται τα τελευταία χρόνια και στην Ελλάδα. Ένα trend που επεκτάθηκε και στον κλάδοτης πολυτέλειας, ενώ βρήκε απήχηση στο νεότερο καταναλωτικό κοινό.
Είναι το vintage, ανόητε
Η ιστορία της ξεκινά σε ευρωπαϊκές πόλεις μεταξύ του Μεσαίωνα και της αρχής της Αναγέννησης τον δέκατο τέταρτο αιώνα. Εκείνη την εποχή, λίγοι άνθρωποι μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά τα καινούργια ρούχα, δεδομένης της υπερβολικής τιμής τους. Κάθε κομμάτι ήταν μοναδικό, ραμμένο κατά παραγγελία και χρησιμοποιούταν για χρόνια ή δεκαετίες. Τα φορέματα περνούσαν από μητέρα σε κόρη ως κληρονομιά και οι αφέντες μπορούσαν να δώσουν στους υπηρέτες τους τα φθαρμένα ρούχα τους ως μορφή πληρωμής ή νομίσματος.
Όπως αναφέρει το Medium, στη Βενετία, οι Strazzaruoli έπρεπε να υποβληθούν σε 5ετή εκπαίδευση για να έχουν το δικό τους κατάστημα μεταχειρισμένων ρούχων ή στην Mercato Vecchio στη Φλωρεντία, όπου οι Rigattieri ήταν πολύ δημοφιλείς μεταξύ των λιγότερο ευνοημένων για την πώληση ρούχων σε χαμηλές τιμές αλλά καλής ποιότητας.
Το εμπόριο μεταχειρισμένων ενδυμάτων εξελίχθηκε σε μια σημαντική βιομηχανία στις αρχές της δεκαετίας του 1800, όταν η βιομηχανική επανάσταση προκάλεσε την πολύ γρήγορη αύξηση του πληθυσμού πολλών χωρών, την οποία δεν μπορούσε να ακολουθήσει η εγχώρια παραγωγή.
Στα μέσα του δέκατου ένατου αιώνα και στις αρχές του εικοστού, με την άφιξη του prêt-à-porter και των τυποποιημένων μεγεθών του, το μεταχειρισμένο ένδυμα έχασε την ελκυστικότητά του και σταδιακά μετατράπηκε σε εξαγωγικό προϊόν προς τις αφρικανικές χώρες.
H εμπόλεμη Ευρώπη έδωσε διαφορετική και ενίοτε αρνητική χροιά στην ιδέα των μεταχειρισμένων ρούχων, που επέστρεψαν υπό μια νέα λάμψη στη δεκαετία του ’90 ως vintage, ακριβά κομμάτια που αποθεώθηκαν από σειρές όπως το Sex & the City. Για να φτάσει στο σήμερα, όπου το second hand φέρει ιδεολογικά χαρακτηριστικά και στην ελληνική, με τους καταναλωτές να συνδέουν το τερπνό με το ωφέλιμο.
Τι αγοράζουν οι Έλληνες
Σημειώνεται ότι το 2022 η κατηγορία του retail που είχε την υψηλότερη ποσοστιαία αύξηση έναντι του 2021 ήταν τα μεταχειρισμένα είδη (+41%), σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ.
Η τάση του second hand έγινε περισσότερο αισθητή κατά τη διάρκεια της πανδημίας λόγω της υβριδικής προσέγγισής της μέσω της τεχνολογίας, κάτι που συνέβη σε παγκόσμιο επίπεδο.Είναι χαρακτηριστικό πως οι 4 στους 10 έλληνες καταναλωτές που απέκτησαν κάποιο μεταχειρισμένο προϊόν έκαναν τις αγορές τους μέσω ηλεκτρονικού καταστήματος, σύμφωνα με στοιχεία της Focus Bari | YouGov.
Με βάση έρευνα από το Vendora.gr, το πιο σημαντικό κίνητρο για αγορές από δεύτερο χέρι, σύμφωνα με 8 στους 10 ερωτηθέντες, είναι η εξοικονόμηση χρημάτων.
Το ίδιο συμβαίνει και διεθνώς. Το 68% των αγοραστών της Gen Z που ερωτήθηκαν από την εταιρεία ανάλυσης δεδομένων Morning Consult είπαν ότι η εξοικονόμηση χρημάτων είναι ένας σημαντικός λόγος για την αγορά μεταχειρισμένων, σε σύγκριση με το 26% που δήλωσε ότι η βιωσιμότητα ήταν η βασική αιτία. Ενώ μελέτη της Boston Consulting Group έδειξε πως η παγκόσμια αγορά μεταχειρισμένων ειδών έχει τριπλασιαστεί σε αξία σε σχέση με το πανδημικό 2020.
Μάλιστα, οι νεότερης ηλικίας καταναλωτές δείχνουν να επιλέγουν περισσότερο αγορές από δεύτερο χέρι και στην Ελλάδα το ποσοστό τους φτάνει το 69%, σε ηλικίες από 18-24 ετών, όταν στους άνω των 55 ετών μόνο οι τέσσερις στους δέκα δηλώνουν ότι έχουν κάνει αντίστοιχες αγορές.
Εξάλλου τα τελευταία στοιχεία που ανακοίνωσε η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) και αφορούν στην εξέλιξη του κύκλου εργασιών επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου, τον Μάιο ο κύκλος εργασιών των επιχειρήσεων μεταχειρισμένων ειδών κατέγραψε άνοδο 30,6% σε μηνιαία βάση, αλλά και αύξηση 15,5% σε ετήσια βάση.
Από τον Δεκέμβριο του 2023 άρχισε τη λειτουργία της και στην Ελλάδα η πλατφόρμα Zara Pre-Owned, που δίνει τη δυνατότητα στους πελάτες του δημοφιλούς brand να παρατείνουν τον κύκλο ζωής των ρούχων μέσω επισκευής, μεταπώλησης και δωρεών.
Η Zara αποτελούσε ήδη ένα από τα πιο δημοφιλή second hand brand, με τουλάχιστον 700.000 καταχωρήσεις σε μεγάλες resale πλατφόρμες, όπως το Depop, το Ebay και το Vestiaire Collective.
Ανάλογα κινήθηκε και η σουηδική H&M που λάνσαρε την υπηρεσία Pre-Loved, με περίπου 30.000 είδη μεταχειρισμένων γυναικείων και παιδικών ενδυμάτων και αξεσουάρ στο hm.thredup.com.
Επιπλέον, ο όμιλος είναι ο κύριος ιδιοκτήτης της Sellpy, της διαδικτυακής πλατφόρμας που έχει ως στόχο να κάνει τις αγορές και την πώληση μεταχειρισμένων ειδών όσο το δυνατόν πιο εύκολες, αναλαμβάνοντας όλη τη διαδικασία – φωτογράφηση, καταχώριση και αποστολή των ειδών όταν πωληθούν. Από το 2022, η γκάμα της Sellpy έχει ενσωματωθεί στα ηλεκτρονικά καταστήματα της H&M στη Γερμανία και τη Σουηδία.
Η αντίδραση της Shein
Στις αρχές Ιουνίου η Shein εγκαινίασε τη λειτουργία της υπηρεσίας Exchange αρχικά στη Γαλλία και κατόπιν σε Βρετανία και Γερμανία.
Με άμεση πρόσβαση μέσω της υπάρχουσας εφαρμογής, η λειτουργία απλοποιεί τη διαδικασία μεταπώλησης προϊόντων μέσω μιας βελτιωμένης διεπαφής που συμπληρώνει εκ των προτέρων μια λίστα με τις προηγούμενες αγορές του πελάτη SHEIN και ένα κουμπί δίπλα σε κάθε μία που λέει «πώληση» – καθιστώντας την καταχώριση των προϊόντων μια γρήγορη και εύκολη διαδικασία.
Η ανάπτυξη του Shein Exchange στην Ευρώπη ακολουθεί την έναρξη λειτουργίας της πλατφόρμας στις ΗΠΑ τον Οκτώβριο του 2022. Από την έναρξή της, η πλατφόρμα συνεχίζει να προσελκύει νέους χρήστες και καταχωρίσεις – το 2023, πάνω από 4,2 εκατομμύρια νέοι χρήστες εγγράφηκαν στην υπηρεσία στις ΗΠΑ, ενώ πάνω από 115.000 μεταχειρισμένα αντικείμενα καταχωρίστηκαν προς πώληση από πάνω από 95.000 μοναδικούς πωλητές.
Η νεοεισερχόμενη Vinted
Μέσα σε λίγα χρόνια, η εφαρμογή της Milda Mitkute και του Justas Janauskas ταξίδεψε από τη μετασοβιετική Λιθουανία σε όλο τον κόσμο, κάνοντας τη Vinted μια ανερχόμενη δύναμη στο second hand όλων των ειδών. Το 2011, ο Λιθουανός επιχειρηματίας Mantas Mikuckas μπήκε στην εταιρεία τους ως angel investor και σήμερα στηρίζεται από μία σειρά venture capital funds, ενώ πρόσφατα πραγματοποίησε την είσοδό της και στην ελληνική αγορά.
Η εταιρεία ανταγωνίζεται το βρετανικό Depop και το Vestiare Collective (στο οποίο έχει επενδύσει ο γαλλικός όμιλος Kering), για το δικό της μερίδιο σε μια αγορά η οποία ανέρχεται σήμερα στα 177 δισ. και αναμένεται να ξεπεράσει τα 350 δισ. μέχρι το 2027 (Resale Report του ThredUp).
Κι άλλοι παίκτες
Η ελληνική αγορά προσέλκυσε το ενδιαφέρον της βουλγαρικής αλυσίδας Mania, η οποία δραστηριοποιείται στον χώρο του outlet και των μεταχειρισμένων ρούχων, που άνοιξε κατάστημα στο κέντρο της Αθήνας.
Αντίστοιχα κινήθηκε και η λιθουανική Humana που ίδρυσε πέρυσι εταιρεία για τη μεταπώληση προϊόντων και ρούχων, σύμφωνα με το μοντέλο με το οποίο λειτουργεί τουλάχιστον 270 σημεία σε 13 χώρες ο δημόσιος οργανισμός Humana Second Hand Fundraising Projects.
Κυρίαρχο στις διαδικτυακές μεταπωλήσεις και αγορές είναι το depop.com ένα site και app που εξειδικεύεται στις αγοραπωλησίες μεταχειρισμένων αντικειμένων, κυρίως όμως ρούχων. Το 2022 πραγματοποιήθηκαν ακαθάριστες πωλήσεις ύψους 552 εκατ. δολαρίων, σχεδόν διπλάσιες σε σχέση με το 2019 (288 εκατ. δολάρια). Ένα χρόνο πριν πουλήθηκε έναντι 1,6 δισ. δολαρίων στην Etsy και σήμερα διαθέτει περίπου 35 εκατομμύρια χρήστες.
Δεν υπάρχουν σχόλια